Μυκονος


Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΥΚΟΝΟΥ

Στη μέση του Αιγαίου λικνίζεται στα κύματα η Μύκονος συντροφιά με τα ερημονήσια της το Τραγονήσι με τις φώκιες του στα Α., τα Σταπόδια πιο πέρα, ίσως οι Μελάνιοι Σκόπελοι των αρχαίων, στα Δ. το νησί του Μπάου με το εκκλησάκι του Αϊ-Γιώργη και οι Βράχοι των ΚαΒουρονησιών με τους γλάρους, στα νοτια, τα Πρασονήσια. Μπροστά της, ακριβά στολίδια, η Ρήνεια και η ξακουστή Δήλος.

Ταπεινή και γαλήνια, με ψηλότερα Βουνά τον Αϊ-Λιά τον Βορνιώτη (368 μ.) και τον Αϊ-Λιά τον Ανωμερίτη (392 μ.) ξαφνιάζει με τη γύμνια των γρανιτικών σχηματισμών της.

Ανάμεσα στις απότομες και Βραχώδεις ακτές της Ν. πλευράς απλώνονται πλούσιες αμμουδιές με πεντακάθαρη άμμο, γαλαζοπράσινα νερά και μοναδική γοητεία, παρά την υπερβολική δόμηση: ο Ορνός, Ψαρρού, ο Πιάτ-Γιαλός και πιο ανατολική η Μπαράγκα, το Καλαμοπόδι (με το ανούσιο όνομα Paradise Beach), το Μπλυντρί ( Super ), το Αγράρι, η Ελιά, το Καλό Λειβάδι και ο Καλαφάτης με τη Λυ(γ)ιά. Αμμουδιές, σαν ολάνοιχτες αγκαλιές έχει όμως και σε άλλες μεριές του νησιού· στη Φτελιά, τον Αγιο Σώστη και τον Πάνορμο στον ομώνυμο μεγάλο κόλπο της Β. πλευράς, στον Αγιο Στέφανο και την ξακουσμένη κάποτε Μεγάλη Άμμο στα Δ. και άλλες μικρότερες, μα όχι λιγότερο ελκυστικές. Η κατάλευκη Χώρα με το λιμάνι της είναι το κύριο κέντρο του νησιού. Η Άνω Μερά - καλό χωριό και με τις πρασινάδες τη θέλει το παλιό τραγούδι - είναι ο δεύτερος οικισμός. Παντού όμως, σε


όλο το νησί, σπαρμένα μέσα στα κτήματα, ή γαντζωμένα σαν τις πεταλίδες στο βράχο συναντάει κανείς ακόμα τα παλιά μυκονιάτικα «χωριά», χαριτωμένα και πανέμορφα, δεμένα με το λιτό τοπείο, που τόσο βάναυσα προσβάλλουν οι νεοπλουτικές κατασκευές αυτών που αγνοούν την μοναδικότητα του.
Μυθολογικά και ιστορικά στοιχεία
Δίπλα στη λαμπερή και διάσημη Δήλο η Μύκονος κράτησε στην ιστορία τον άχαρο ρόλο της μεγάλης αδελφής και μόλις σήμερα μοιάζει να παίρνει την εκδίκηση της. Ακόμη και το όνομα της φαίνεται να έχει υποτιμητική έννοια, αφού, κατά τον Ησύχιο, παράγεται από τη λέξη Μύκων που σημαίνει σωρός και θημωνιά, σωρός λίθων, εξαιτίας των εντυπωσιακών όγκων γρανίτη που κάποιες στιγμές μοιάζουν σαν να συσσωρεύτηκαν επί τούτου από κάποιο υπεράνθρωπο χέρι.
 Γι αυτό οι αρχαίοι είχαν δημιουργήσει τον μύθο ότι κάτω από τα βράχια βρίσκονταν θαμμένοι οι Γίγαντες που είχε σκοτώσει ο Ηρακλής βοηθώντας τον πατέρα του Δία κατά την Γιγαντομαχία. Από την παράδοση αυτή προέρχεται και η έκφραση «πάνθ' ύπό μίαν Μύκονον» που σημαίνει περίπου «όλα στο ίδιο καζάνι». Παροιμιώδης ήταν και η φτώχεια των κατοίκων που διακωμωδήθηκε συχνά από τους αρχαίους «Μυκόνιος» κατάντησε με τον καιρό να σημαίνει πλεονέκτης και φιλάργυρος, ενώ «Μυκόνιος γείτων» είναι ο ενοχλητικός γείτονας και «Μυκονίου δίκην», απρόσκλητος σαν Μυκονιάτης, πήγαινε κατά τους κωμικούς ποιητές και ο Περικλής στα συμπόσια. Νεώτεροι Γραμματικοί αποδίδουν το όνομα σε Επώνυμο ήρωα Μύκονο, γιό του μυθικού βασιλιά της Δήλου, του Ανίου, γιού του Απόλλωνος και της Νύμφης Ροιούς, απογόνου του Διονύσου. Έτσι συνδέεται το νησί με την Ιωνική Παράδοση! Ίωνες από την Αθήνα εξάλλου με αρχηγό τους τον Ιπποκλή, γιό του Νηλέα θα εγκαταστα­θούν στο νησί από το τέλος της δεύτερης προχριστιανικής χιλιετίας, εκδιώκοντας τους Κάρες και Φοίνικες που η Παράδοση δέχεται ως πρώτους κατοίκους των νησιών του Κεντρικού Αιγαίου. Ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά για τη Μύκονο των ιστορικών χρόνων. Στον 6ο π.Χ. αι. αναφέρεται ως Δίπολις από τον Σκύλακα τον Καρυανδέα που ακολούθησε τον Δαρείο στην εκστρατεία της Σκυθίας. Στα 490 π.Χ. σταθμεύουν για λίγο στο νησί ο Δάτις και ο

Αρταφέρνης μετά την ήττα τους στο Μαραθώνα. Στα χρόνια της Δηλιακής Συμμαχίας το νησί πληρώνει αρχικά ενάμισυ τάλαντο φόρο (451 π.Χ.) και αργότερα μόνο ένα τάλαντο, πράγμα που δείχνει την κακή οικονομική του κατάσταση. Σε μια επιγραφή από τη Ληνό (σήμερα στο Επιγραφικό Μουσείο Αθηνών) από τα 200 π.Χ. όπου αναφέρεται Συνοικισμός των δύο πόλεων, καταγράφονται ημερολογιακά οι θυσίες για τους θεούς του τόπου. Προστάτης του νησιού ήταν ο Διόνυσος που λατρεύτηκε ως Βακχεύς και Ληνεύς και παραστάθηκε στα νομίσματα της Μυκόνου. Προς τιμήν του δύο μήνες ονομάστηκαν Βακχιών και Ληναιών. Λατρεύονταν επίσης η Δήμητρα Χλόη και η Κόρη, ο Ποσειδών ως Τεμενίτης και Φύκιος, ο Απόλλων Εκατόμβιος, ο Ζευς Βουλεύς και Χθόνιος, ο Ηρακλής και άλλοι θεοί. Μετά τα μέσα του 3ου π.Χ. αιώνα ένα μεγάλο μέρος του νησιού με την Χερσόνησο του Διακόφτη, το Απολλώνιον των αρχαίων επιγραφών και με τα κτήματα Δώριον και Θάλεον ανήκει στο Ιερό της Δήλου. Στενοί είναι άλλωστε αυτό τον καιρό οι δεσμοί με το ιερό νησί. Πολλοί Μυκόνιοι συνεργάζονται, όπως φαίνεται από τους ετήσιους απολογισμούς των Ιεροποιών της Δήλου, με το Ιερό προμηθεύοντας το με προϊόντα και οικοδομικά υλικά και επωφελούνται από την μεγάλη οικονομική άνθηση. Η καταστροφή της Δήλου παρασύρει στην αφάνεια και τη Μύκονο σπραδικά μόνο αναφέρεται σε επιγραφές των ρωμαϊκών χρόνων και σε Βυζαντινά κείμενα. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204) η Μύκονος παραχωρείται στους αδελφούς Ανδρέα και Ιερεμία Γκύζη, ανεψιούς του Δόγη Δάνδολου που οχυ­ρώνουν Βιαστικά το παλιό βυζαντινό κάστρο στο Παλιόκαστρο για την ασφάλεια τους. Στα 1292 λεηλατούν το νησί οι Καταλανοί του Ρογήρου Αελούρια, ενώ στα 1390 ο τελευταίος της δυναστείας Γκύζη, ο Γεώργιος, το παραχωρεί στη Βενετία. Στα 1537 καταστρέφει τη Μύκονο ο ναύαρχος του Σουλεϋμάν του Μεγαλοπρεπή Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσσα οι κάτοικοι πουλιούνται σκλάβοι ή καταφεύγουν στην Τήνο.
Στα χρόνια της τουρκοκρατίας το νησί υπάγεται στον Καπουδάν πασά και διοικείται από τον Βοεβόδα και τους επιτρόπους, όπως και τα άλλα νησιά Τούρκοι όμως δεν κατοίκησαν ποτέ στο νησί. Στα τέλη του 16ου αι. αναφέρονται 30 ελληνικές εκκλησίες, μία φράγκικη, αλλά κανένα τζαμί. Κατά την διάρκεια των τουρκοβενετικών πολέμων (1645-1669 και 1684-1699) η Μύκονος ανήκει για λίγο στη Βενετία, ενώ στους ρωσοτουρκικούς πολέμους του 1770-74 οι νησιώτες παίρνουν ενεργό μέρος στο πλευρό της ομόδοξης Ρωσίας της Μεγάλης Αικατερίνης και των Ορλώφ. Ο Μυκόνιος Αντώνης Ψαρρός συμμετέχει ενεργά στην πυρπόληση του τουρκικού στόλου στον Τσεσμέ, ενώ ο Γεώργιος Μπάος για τις υπηρεσίες του παίρνει από τους Ρώσους το ερημονήσι μπροστά στο Λιμάνι που από τότε φέρνει το όνομα του. Τον ίδιο καιρό ο Ρώσος κόμης Ιωάννης ΒοΐνοΒιτς χτίζει το λαμπρό κτίριο της Καντζελαρίας (σημ. Δημαρχείο) και αρχίζει το κτίσιμο ενός άλλου κτιρίου στον χώρο του Ξενοδοχείου «Λητώ» και του νοσοκομείου στη θέση, που γιαυτό το λόγο ονομάζεται ακόμη Σπιτάλια. Πολλοί κάτοικοι ασχολούνται με τη ναυτιλία αυτά τα χρόνια, ενώ οι πλούσιες λείες από την πειρατεία που βρίσκεται σε μεγάλη ακμή σε ολόκληρο το Αιγαίο, προσελκύουν τους τολμηρούς. Η Μύκονος, όπως και η γειτονική Δήλος γίνονται φωλιές πειρατών που φέρνουν μάλιστα και τις οικογένειες τους στο νησί.
Η κατάσταση αυτή διαρκεί μέχρι τις αρχές του 19ου αι.· ο τελευταίος πειρατής, ο Μερμελέχας που πέθανε στη χολέρα του 1854, βρίσκεται θαμμένος στην Αγιά-Σωτείρα του Κάστρου.

Στις αρχές του 18ου αι., σύμφωνα με τις πληροφορίες του γάλλου Pitton de Tournefort, η Μύκονος διέθετε 100 μικρότερα και 40-50 μεγαλύτερα πλοία που αυλάκωναν τη Μεσόγειο και τη Μαύρη Θάλασσα. Με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) που έκλεισε τον ρωσο-τουρκικό πόλεμο, αναγνωρίζεται στους νησιώτες το δικαίωμα της ναυσιπλοΐας με ρωσική σημαία. Πολλοί Μυκονιάτες μετοικούν τότε στη Ρωσία με αποτέλεσμα να βρεθεί το νησί σε μειονεκτική θέση απέναντι στα νησιά, όπως η Ύδρα και οι Σπέτσες που επωφελήθηκαν από τους ευνοϊκούς όρους της συνθήκης. Στον αγώνα του 1821 η Μύκονος παρουσιάζει μόνο δύο πλοία, ενώ άλλα δύο εξοπλίζει με δικά της χρήματα και πληρώματα η Μαντώ Μαυρογένους. Η ίδια πρωταγωνιστεί και στην απόκρουση του τουρκικοί; στόλου που επιχειρεί απόβαση στο νησi τον Οκτώβριο του 1822.
Στα χρόνια του αγώνα ο πληθυσμός πυκνώνει με πρόσφυγες από τη Χίο, τα Ψαρά και την Κρήτη. Μετά την απελευθέρωση αρχίζει να αναπτύσσεται μικροαστική και αστική τάξη. Με το τέλος του 19ου οι. όμως η ζωή στο νησί φθίνει καθώς η ανάπτυξη της ατμοπλοίας στην οποία η Μυκονος δεν πήρε ενεργό μέρος, οδηγεί τηι ιστιοπλοΐα σε μαρασμό και τους Μυκονιάτες σε μετανάστευση, αρχικά στη Ν. Ρωσία και τις Παραδουνάβειες Χώρες

και αργότερα στην Αμερική. Η κατάσταση αλλάζει ριζικά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με την ανάπτυξη του τουρισμού. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν η ταχύταη και εξαιρετική οικονομική ανάπτυξη πα μπορεί να συγκριθεί με την ακμή της Δηλου στην πιο καλή της στιγμή, στα τελη του 2ου π.Χ. αι.

No comments:

Post a Comment